Το επόµενο κύµα της αγροτικής επιχειρηµατικότητας απαιτεί επενδύσεις, κατά µήκος της αλυσίδας αξίας, επικεντρωµένες στη βιωσιµότητα και την καινοτοµία. Μάλιστα, το κυρίαρχο επιχειρηµατικό µοντέλο, που θα αναδυθεί έως το 2050, όπως προκύπτει από έρευνα της Τράπεζας Πειραιώς και της ΕΥ Ελλάδος θα είναι το ηλεκτρονικό εµπόριο µε την αλλαγή της αγοράς εισροών και της πώλησης προϊόντων και η περαιτέρω ανάπτυξη της συµβολαιακής γεωργίας-κτηνοτροφίας.

 

Στο ερώτηµα «Πώς µπορεί ο Αγροδιατροφικός τοµέας να αντιµετωπίσει τις προκλήσεις του αύριο, σήµερα;» επιχειρεί να απαντήσει η εν λόγω έρευνα πεδίου, σύµφωνα µε την οποία πέρα από την ανάγκη σίτισης του πλανήτη (40% περισσότεροι άνθρωποι), στο άκρο της διατροφής υπάρχουν και οι καταναλωτές που ζητούν πλέον περισσότερο υγιεινά, βιώσιµα και τοπικής αξίας προϊόντα. Κι όλα αυτά σε ένα µεταβαλλόµενο περιβάλλον λόγω και της κλιµατικής αλλαγής και της αστάθειας που προκάλεσε τελευταία η πολεµική σύρραξη Ρωσίας-Ουκρανίας, δύο από τους µεγαλύτερους παραγωγούς σιτηρών στον κόσµο. Η µελέτη καταδεικνύει τα δυνατά σηµεία του εγχώριου πρωτογενούς τοµέας ήτοι, η ποιότητα και η πληθώρα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων λόγω ιδανικών συνθηκών παραγωγής.

Εντούτοις, στον αντίποδα το υψηλό κόστος παραγωγής και οι µικρές και κατακερµατισµένες γεωργικές εκµεταλλεύσεις, εντοπίζονται ως σηµεία που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής. Στον τοµέα του κόστους παραγωγής αγροτικών προϊόντων, σύµφωνα µε την ετήσια έκθεση της ΕΕ, η Ελλάδα δαπανά 6 δισ. ευρώ ετησίως τα τελευταία τρία έτη (εκτιµώµενο στα 5.963 εκατ. για το 2020). Κατά µέσο όρο, για την περίοδο 2018-2020, τα µεγαλύτερα ποσοστά κατευθύνονται σε ζωοτροφές (42%) και ενέργεια (16%), ενώ ακολουθούν σπόροι και πολλαπλασιαστικό υλικό (6,5%), λιπάσµατα και λοιπά προϊόντα θρέψης (5,4%), φυτοπροστατευτικά (4,3%), κ.ά.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου στο: https://www.agronews.gr

Recommended Posts