Στην κατάλληλη προετοιμασία κρίνεται πολλές φορές η εξασφάλιση νέων δικαιωμάτων και χρηματοδοτήσεων. Μπροστά σε καινούργιες αγωνίες βρίσκονται οι Έλληνες αγρότες εν όψει της οριστικοποίησης του πλαισίου της νέας ΚΑΠ, των κανόνων κατανοµής νέων δικαιωµάτων ενιαίας ενίσχυσης και των προϋποθέσεων ένταξης στα διαρθρωτικά προγράµµατα.

Ακόµα και ανεξάρτητα από την τύχη που έχουν τα λεγόµενα ιστορικά δικαιώµατα, οι παλιοί δικαιούχοι (ενισχύσεων) καλούνται για µια ακόµη φορά να αποσαφηνίσουν εκ νέου τη σχέση τους µε τους ιδιοκτήτες των αγροτεµαχίων (ενοικιαστήρια), εκεί όπου δεν είναι οι ίδιοι κάτοχοι της γης που καλλιεργούν. Σε ορισµένες µάλιστα περιπτώσεις, ακόµα και αν δραστηριοποιούνται σε µονοετείς καλλιέργειες θα πρέπει να προσανατολισθούν και να αναζητήσουν πολυετή συµβόλαια (5ετίας ή 7ετίας) έτσι ώστε να είναι σε θέση να διεκδικήσουν εγκρίσεις συµµετοχής και σε κάποια από τα πολυετή προγράµµατα (απονιτροποίηση, βιολογικά, Eco – Schemes κ.α.) τα οποία θέτουν εξ αρχής αυτού του είδους τις προϋποθέσεις ένταξης.

Πολλά βέβαια θα εξαρτηθούν και από την κατάληξη των διαπραγµατεύσεων σε κοινοτικό επίπεδο, όπως και από την αντίστοιχη προσέγγιση των εθνικών αρχών επ’ αυτών.

Με την ελληνική κυβέρνηση βέβαια να µην έχει ακόµη ξεκαθαρίσει τη θέση της στο θέµα των ιστορικών δικαιωµάτων, το ενδεχόµενο δηλαδή υιοθέτησης της πλήρους εσωτερικής σύγκλισης ή ακόµα και µε την πιθανότητα η ενίσχυση να «δεθεί» ευθέως µε το κάθε αγροτεµάχιο, οι αβεβαιότητες είναι ακόµα πολλές. Οι τεχνοκράτες επιµένουν ότι τυχόν σύνδεση των ενισχύσεων µε την «ταυτότητα» του αγροτεµαχίου θα πρέπει να προλάβει ενδεχόµενη µεταφορά πόρων σε µη ενεργούς κατόχους αγροτικής γης. Σ’ αυτή την περίπτωση παίζουν ρόλο:
– το επίπεδο της ενίσχυσης (ειδικά στα αροτραία), έτσι ώστε οι απλοί ιδιοκτήτες να µην έχουν ισχυρό κίνητρο εµπλοκής στην παραγωγή,

– ο αποκλεισµός της µόνιµης αγρανάπαυσης από τέτοιου πριµοδοτήσεις και

– η στήριξη εκείνων που πραγµατικά ασκούν αγροτική δραστηριότητα.

Σηµειωτέον ότι οι φέροντες την πολιτική ευθύνη επί του θέµατος σ’ αυτή τη φάση αποφεύγουν µεθοδικά κάθε συζήτηση και για το λεγόµενο «πριµ εξόδου» των αγροτών. Έτσι, δεν έχουν στηρίξει µε θέρµη την αντίστοιχη συζήτηση στα αρµόδια κοινοτικά όργανα, ενώ δεν έχουν εκφράσει τη γνώµη τους ούτε για την πρόταση στην οποία κατέληξε πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σ’ αυτή αναφέρεται µεταξύ άλλων το πριµ εξόδου να είναι µέχρι 35.000 ευρώ, να χορηγείται µέχρι και 5 χρόνια πριν από τη συνταξιοδότηση του αγρότη, πάντα υπό την προϋπόθεση ότι ο δικαιούχος θα µεταβιβάζει το σύνολο της εκµετάλλευσης και θα διατηρεί σ’ αυτή έναν ρόλο µέντορα.

Απλόχερη η νέα ΚΑΠ στην ψηφιακή εποχή

Από την άλλη πλευρά, καινούργιες προσεγγίσεις των ευρωπαϊκών αρχών στα φιλοπεριβαλλοντικά ζητήµατα (green deal) και φιλόδοξες αναζητήσεις για ένα άλλο µοντέλο αγροτικής παραγωγής (farm to fork) κάνουν το χρόνο να πιέζει. Μ’ αυτή την έννοια, καθίσταται υποχρεωτική η έγκαιρη προετοιµασία των αγροτικών εκµεταλλεύσεων και προς το στόχο που θέλει… περισσότερα µε λιγότερα. ∆ηλαδή, διάρθρωση των αγροτικών εκµτελλεύσεων µε τέτοιο τρόπο που να επιτυγχάνουν µεγαλύτερη παραγωγή µε τις κατά το δυνατόν λιγότερες εισροές. Αυτό κατ’ ουσίαν σηµαίνει, µετάβαση στην ψηφιακή εποχή, επένδυση στη νέα τεχνολογία, συστηµατοποίηση των αγροτεµαχίων και γενικά των µονάδων παραγωγής, προσαρµογή των καλλιεργητικών επιλογών (προϊόντα) και των καλλιεργητικών µεθόδων στα νέα δεδοµένα. Η νέα ΚΑΠ θα είναι απλόχερη σε τέτοιου είδους παρεµβάσεις χρειάζεται όµως δουλειά.

Λύση αγοράς δικαιωμάτων και επιλογή για πριμ εξόδου

Μέσα σ’ αυτό το όχι και πολύ ξεκάθαρο περιβάλλον, οι Έλληνες αγρότες καλούνται να κάνουν τη δική τους προετοιµασία, ξεκινώντας κατά βάση από την ανάγκη διασφάλισης των παλιών δικαιωµάτων και την αγορά ή αναζήτηση νέων από τη νέα διανοµή.

Η ιστορία δείχνει ότι οι αγρότες που είχαν το θάρρος να επενδύσουν στην αγορά δικαιωµάτων µετά το 2006, προβαίνοντας στις ανάλογες συνοδευτικές κινήσεις (εξασφάλιση γης) έχουν βγει κερδισµένοι. Κι αυτό γιατί, ενώ έχουν µεσολαβήσει δύο µεταρρυθµίσεις της ΚΑΠ και δύο 7ετείς προγραµµατικές περίοδοι, τα δικαιώµατα -ιστορικά και µη- ζουν και βασιλεύουν. Ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, µε πολυδιάσπαση αγροτεµαχίων και αναρίθµητους ιδιοκτήτες αγροτικής γης, η υπόθεση των δικαιωµάτων επενεργεί ποικιλοτρόπως, ενισχύοντας τις αβεβαιότητες και επιβραβεύοντας τους τολµηρούς.

Έτσι, ανάµεσα στα ερωτήµατα τα οποία τίθενται εν όψει της νέας ΚΑΠ και της αντίστοιχης νέας κατανοµής δικαιωµάτων -όπως έχει γίνει και µε τις προηγούµενες µεταρρυθµίσεις και προγραµµατικές περιόδους- ανάµεσα στα ερωτήµατα που κυριαρχούν είναι:

–  Αξίζει να αγοράσει κανείς σήµερα δικαιώµατα και ποια θα πρέπει να είναι σ’ αυτή την περίπτωση µια δίκαιη και λογική τιµή;

–  Ποια είναι η βάση επί της οποίας θα κατανεµηθούν τα νέα δικαιώµατα στη νέα περίοδο;

– Πώς θα επενεργήσει η διετής παράταση του ισχύοντος καθεστώς (γέφυρα) µέχρι την ουσιαστική έναρξη της νέας νέας ΚΑΠ;

–  Ποια είναι η καλύτερη στιγµή να προχωρήσει κανείς σε µεταβιβάσεις δικαιωµάτων, προκειµένου να συµβάλλει στην ενίσχυση της θέσης του αποδέκτη για τη διεκδίκηση νέων τίτλων;

Σε κάθε περίπτωση, η δυνατότητα πρόσβασης και συµµετοχής στη νέα διανοµή, µε παλιά δικαιώµατα ενιαίας ενίσχυσης και «διαβατήριο» την προηγούµενη δήλωση ΟΣ∆Ε θέλει προετοιµασία. Κι αυτό ανεξάρτητα από το ότι κάθε φορά ο ορίζοντας αυτών των τίτλων γίνεται όλο και στενότερος. Σηµασία έχει η αποτίµηση του κόστους αγοράς δικαιωµάτων να είναι λελογισµένη και διαδικασία µεταβίβασης και ενεργοποίησης αυτών αρκούντως τυπική και κατοχυρωµένη.

Βάση δεδομένων ετοιμάζει η ΔΟΕΠΕΛ

Σε µια νέα εποχή εισέρχεται η ∆ΟΕΠΕΛ που αναγνωρίζεται ως η επίσηµη ελληνική διεπαγγελµατική οργάνωση της επιτραπέζιας ελιάς. Η απόφαση αυτή έρχεται σε µια περίοδο που ο κλάδος της ελαιοκοµίας και δη της επιτραπέζιας ελιάς δοκιµάζεται έντονα, µε την αγορά να πιέζει τις τιµές παραγωγού, όσο η κλειστή εστίαση και η ήπια εξαγωγική δραστηριότητα ελέω πανδηµίας δυσκολεύουν το έργο της µεταποίησης.

Στόχοι της ∆ΟΕΠΕΛ είναι, µεταξύ άλλων:

– ο σχεδιασµός και υλοποίηση εθνικής στρατηγικής για την επιτραπέζια ελιά

– η δηµιουργία βάσης δεδοµένων µε όλα τα πληροφοριακά στοιχεία για την άσκηση πολιτικής και την υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής

– η ενίσχυση και εφαρµογή κανόνων Ορθής Παραγωγικής & Μεταποιητικής Πρακτικής για προϊόν άριστης ποιότητας

–  η στήριξη ενεργειών που στοχεύουν στη µεγιστοποίηση της προστιθέµενης αξίας του προϊόντος σε όλα τα στάδια παραγωγής του και στη διαφανή διαχείριση των αγορών.

Πρόσκληση Νέων Αγροτών ανακοίνωσε το υπουργείο, για Κοζάνη και Φλώρινα µέσω του Ταµείου Μετάβασης

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου στο https://www.agronews.gr

Recommended Posts