Η ανθρωπότητα διανύει την περίοδο όπου η κλιματική αλλαγή βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη. Καθημερινά σχεδόν, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αναφέρονται στο περιβάλλον, στις εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, στην αστάθεια του κλίματος ή στην υπερθέρμανση του πλανήτη.
Γράφει ο Ιωσήφ Μπιζέλης Καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Συνέδρια, ημερίδες, διαλέξεις, συνεχής βομβαρδισμός από πληροφορίες, σε ένα μέτωπο ανοιχτό όπου ακόμα και στον επιστημονικό κόσμο ακούγονται διαφορετικές, αντικρουόμενες απόψεις. Οι μεγάλες φυσικές καταστροφές που συμβαίνουν πλέον με μεγάλη συχνότητα (πυρκαγιές, πλημμύρες, ακανόνιστες βροχοπτώσεις, ισχυρές καταιγίδες και τυφώνες, λιώσιμο των πάγων στους πόλους κλπ) είναι τα καμπανάκια για να κάνουμε κάτι κι εμείς ή μήπως όχι;
Και αν πριν αρκετά χρόνια η επιστημονική κοινότητα αντιμετώπιζε την πρόκληση να προβλέψει τις επιπτώσεις του φαινομένου που δεν θα αφήσει ανεπηρέαστη καμιά από τις δραστηριότητες του ανθρώπινου πληθυσμού, τώρα,ακούγεται απαισιόδοξο, αλλά μοιάζει σα να βρισκόμαστε περισσότερο στο «και πέντε» για τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων, για την ανάπτυξη των στρατηγικών που θα περιορίσουν τις επιπτώσεις του φαινομένου που λέγεται κλιματική αλλαγή σε κάθε επίπεδο της ανθρώπινης δραστηριότητας, τόσο σε τοπική όσο και σε παγκόσμια κλίμακα.
Είναι προφανές ότι μεταξύ των σημαντικών ανθρώπινων δραστηριοτήτων, που επηρεάζουν αλλά και επηρεάζονται από το κλίμα και τις αλλαγές του, είναι η Γεωργία και η Κτηνοτροφία. Μέσω αυτών παράγεται το σύνολο των τροφίμων αλλά και πρώτες ύλες και ενέργεια, απαραίτητα για τη θρέψη και τη συντήρηση του παγκόσμιου πληθυσμού, που σε λίγα χρόνια θα αγγίξει τα 8 δις. Το μέλλον της Γεωργίας και της Κτηνοτροφίας αποτελούν την μεγαλύτερη πρόκληση για την ανθρωπότητα, αφού από τη μια μεριά συμβάλλουν στην αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου, αλλά από την άλλη αποτελούν και ένα μέσον για την αποθήκευση του άνθρακα, τη δέσμευσή του μέσα στη βιομάζα και την οργανική ύλη του εδάφους.
Μέχρι τώρα οι επιπτώσεις από τις αλλαγές στο κλίμα πάνω στις γεωργικές δραστηριότητες έως το τέλος του 21ου αιώνα, έχουν εκτιμηθεί μέσα από την ανάπτυξη διαφόρων μοντέλων προσομοίωσης. Στα μοντέλα αυτά υπολογίζονται οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ ατμόσφαιρας, εδάφους, ωκεανών και βιόσφαιρας με βάση δεδομένα του παρελθόντος και της σύγχρονης εποχής. Το αποτέλεσμα είναι η παραγωγή πολυδιάστατων χαοτικών συστημάτων από τα οποία μπορεί να εκτιμηθεί ένα εύρος επιδράσεων που συνδέονται με υψηλές και χαμηλές τιμές ακραίων καιρικών συνθηκών, υπολογίζοντας και τις αντίστοιχες κατανομές πιθανοτήτων. Στα παραπάνω πολύπλοκα μοντέλα το μεγαλύτερο πρόβλημα στην εκτίμηση των επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής είναι η αβεβαιότητα.
Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες η κλιματική αλλαγή έχει ήδη επηρεάσει την παραγωγή βασικών καλλιεργειών, όπως το σιτάρι, το κριθάρι, το καλαμπόκι, το ρύζι, τη σόγια, το σόργο, το ζαχαροκάλαμο, τη μανιόκα, τη ελαιοκράμβη, τον ελαιοφοίνικα, οι οποίες καλύπτουν το 83% των θερμίδων στην ανθρώπινη διατροφή. Ωστόσο, οι επιπτώσεις κατανέμονται με άνισο τρόπο στις διάφορες καλλιέργειες, ενώ σε πολλές χώρες η μείωση της παραγωγής είναι περισσότερο έντονη. Οι αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής εντοπίζονται κυρίως στην Ευρώπη, την υποσαχάρια Αφρική και την Αυστραλία, ενώ αναφέρονται και θετικές επιπτώσεις αφού σε ορισμένες βόρειες περιοχές των ΗΠΑ και της Ευρώπης η παραγωγή έχει αυξηθεί σε ορισμένες καλλιέργειες .
Η περιοχή της Μεσογείου είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στην αλλαγή του κλίματος βάσει των προβλέψεων και έχει χαρακτηριστεί ως μία από τις σημαντικότερες περιοχές της γης που θα υποστεί τις συνέπειες, δεδομένου ότι βρίσκεται σε μια μεταβατική ζώνη μεταξύ του ξηρού κλίματος της Βόρειας Αφρικής και του εύκρατου και βροχερού κλίματος της κεντρικής Ευρώπης. Η χώρα μας, όπως και οι άλλες μεσογειακές χώρες, σύμφωνα με όλα τα σενάρια, αναμένεται να υποστεί σοβαρές απώλειες στην αγροτική παραγωγή έως το τέλος του αιώνα, λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου στο emvolos.gr