Η καλύτερη χρονιά της δεκαετίας από άποψη τρύγου σε Μακεδονία και Ήπειρο ενδέχεται να είναι το 2019, γεγονός που δημιουργεί ιδιαίτερα υψηλές προσδοκίες για τα κρασιά που θα απολαύσουν τη νέα χρονιά – και όχι μόνο – οι οινόφιλοι, όπως προκύπτει από το δελτίο τρύγου της ένωσης οινοποιών «Οίνοι Βορείου Ελλάδος».
Συγκεκριμένα, αναμένονται λευκοί και ροζέ οίνοι με έντονα ποικιλιακά αρώματα, υψηλή οξύτητα και γεμάτη γεύση, ενώ τα ερυθρά κρασιά εμφανίζονται υψηλόβαθμα, με πολύ καλό φαινολικό δυναμικό, βελούδινα, με εξαιρετικά αρώματα και μεγάλη δυνατότητα παλαίωσης.
Ο … διπολισμός του ελληνικού κρασιού
Πάντως, αν σε όρους ποιοτικούς το 2019 εξελίχθηκε σε πολύ καλή χρονιά, στο εμπορικό κομμάτι το ελληνικό κρασί γενικά φαίνεται πως «σαφώς περνά μια περίοδο διπολισμού», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο οινοποιός Στέλλιος Μπουτάρης, πρόεδρος της ένωσης οινοπαραγωγών «Οίνοι Βορείου Ελλάδος».
«Λέω «διπολισμό», γιατί από τη μια διαβάζουμε για πτώση παραγωγής και τιμών, εγκατάλειψη αμπελώνων και δυσκολίες στις μεγάλες οινοπαραγωγικές εταιρείες και από την άλλη βλέπουμε μια σειρά μικρών οινοποιητικών επιχειρήσεων, που έχουν αναδειχτεί και ξεκινήσει πολύ ωραία πορεία» σημειώνει.
Από τα 800 στα 1400 οινοποιεία σε λίγα χρόνια
Στη διάρκεια της κρίσης, εξηγεί, δημιουργήθηκαν νέες οινοπαραγωγικές επιχειρήσεις, κυρίως από αμπελουργούς της επόμενης γενιάς, η οποία θέλει να προσθέσει αξία στο προϊόν, δεδομένου ότι το κρασί είναι επώνυμο και αναγράφει «product of Greece» στη φιάλη, γεγονός που το καθιστά έναν από τους πρεσβευτές της ελληνικής οικονομίας.
«Η αύξηση του αριθμού των οινοποιείων από 800 πριν από λίγα χρόνια σε πάνω από 1400 σήμερα είναι ένα καλό σημάδι, όπως και η ανάπτυξη του οινοτουρισμού, ο οποίος ανεβαίνει πάρα πολύ, με αποτέλεσμα στην Κρήτη, π.χ., να υπάρχουν οινοποιεία που ζουν μόνο από τον τουρισμό» υπογραμμίζει.
Ελληνικά εστιατόρια: πώς ένα πρόβλημα εξελίχθηκε σε …showroom
Σε ερώτημα για τον ρόλο που διαδραματίζουν τα ελληνικά εστιατόρια, εντός και εκτός συνόρων, στη διαφήμιση ή δυσφήμιση του ελληνικού κρασιού, ο κ. Μπουτάρης, επισημαίνει: «Αυτό ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα τα προηγούμενα χρόνια.
Ο ξένος καταναλωτής ερχόταν σε επαφή με το ελληνικό κρασί, είτε σε ένα ελληνικό εστιατόριο στη Γερμανία, ή την Αγγλία, που μπορεί να ήταν κατωτάτου επιπέδου, είτε σε ένα από τα τουριστικά μέρη στην Ελλάδα, που κι αυτό ήταν συχνά πολύ χαμηλού επιπέδου.
Βλέπουμε πια ότι αυτό έχει αλλάξει. Παντού υπάρχουν εστιατόρια και ταβέρνες, που έχουν ανεβάσει το επίπεδό τους, αναβαθμίσει τις πρώτες ύλες, αναδείξει την ελληνική κουζίνα. Και τα ελληνικά εστιατόρια στο εξωτερικό έχουν αναβαθμιστεί. Σαφώς ναι, το ελληνικό εστιατόριο είναι πλέον η «μπουτίκ» μας, το «showroom», εκεί που αναδεικνύεται το ελληνικό κρασί».
Τα λευκά – «αστέρια» και οι υποψήφιοι κόκκινοι «σταρ»
Τα λευκά κρασιά έχουν ήδη βρει τον δρόμο τους στις αγορές του εξωτερικού. Τι συμβαίνει όμως με τα κόκκινα; «Σαφώς τα λευκά κρασιά από ελληνικές ποικιλίες έχουν ένα προβάδισμα», λέει ο κ. Μπουτάρης και επισημαίνει πως «Το ασύρτικο είναι η αιχμή του δόρατος. Ακολουθούν το μοσχοφίλερο και η μαλαγουζιά. Είναι γεγονός ότι τα λευκά είναι λίγο πιο «τεχνολογικά» κρασιά.
Τα κόκκινα κρασιά, στα οποία η δουλειά γίνεται κυρίως στον αμπελώνα, θέλουν χρόνο, είναι λίγο πίσω. Θεωρώ, όμως, ότι η επένδυση που έχει γίνει την τελευταία 20ετία από τους Έλληνες παραγωγούς στον αμπελώνα μάς φέρνει σε μια φάση που θα δούμε πολύ ωραία ερυθρά κρασιά. Θεωρούμε ότι το ξινόμαυρο μπορεί να πάει πολύ καλά, το αγιωργίτικο επίσης. Ακολουθούν η μαυροδάφνη, η μανδηλαριά, οι ποικιλίες της Κρήτης, ποικιλίες όπως της Λημνιώνας, το Λημνιό κ.α».
Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου στο www.agrocapital.gr