Πιέσεις ακόµα και κάτω από τα 30 λεπτά το κιλό δέχεται η τιµή σκληρού σίτου στην εγχώρια αγορά, µε µεσίτες να προσφέρουν έως 28 λεπτά στους παραγωγούς για µια σοδειά που όσο έτρεχαν τα αλώνια άγγιξε τα 50 λεπτά.

 

Πρόκειται για µια υποχώρηση της τιµής, της τάξης του 44%, που προκαλεί αµηχανία σε όσους παραγωγούς κρατάνε ακόµα αποθέµατα, αλλά και δικαιολογηµένες αγωνίες για την επερχόµενη σοδειά, που όπως φαίνεται πλέον θα δώσει µάχη για να κρατηθεί στα 30 λεπτά το κιλό.

Οι πιέσεις αυτές, ήρθαν µερικές ηµέρες µετά τη δεύτερη συνεχόµενη κατρακύλα στην τιµή σκληρού σίτου της Φότζια, η οποία στην πρώτη συνεδρίαση του Απριλίου έκοψε 30 ευρώ από την τιµή, λίγο πριν τη µικρή παύση για την περίοδο του Πάσχα. Έκτοτε, η αγορά στην Ιταλία κινείται σε επίπεδα τιµών χαµηλότερα από αυτά της Γαλλίας που εξακολουθεί να διατηρείται οριακά πάνω από τα 400 ευρώ ο τόνος. Υπενθυµίζεται ότι την Τετάρτη 5 Απριλίου, το εµπορικό επιµελητήριο της ιταλικής πόλης, το οποίο δίνει και τη γραµµή των τιµών στην ελληνική αγορά, συµφώνησε σε µείωση της τιµής κατά 30 ευρώ ο τόνος, διαµορφώνοντας τιµή αποθήκης εµπόρου στα 360 µε 365 ευρώ ο τόνος για την πρώτη ποιότητα µε ειδικό βάρος 78 kg/hl, υαλώδη 70% και πρωτεΐνη 12%. Η δεύτερη ποιότητα, η τιµή της οποίας συσχετίζεται µε τις ελληνικές εξαγωγές που ως επί το πλείστον αφορούν σε µέτριας ποιότητας σιτάρια, µε ειδικό βάρος 76 kg/hl, υαλώδη 60% και πρωτεΐνη 11,5%, διαπραγµατεύεται πλέον στα 350 µε 353 ευρώ ο τόνος.

Φαίνεται ότι η συνθήκη παραµένει αρνητική για τις τιµές, έπειτα και από την έκθεση του USDA για τις προθέσεις σποράς των Αµερικανών παραγωγούς, οι οποίοι είναι διατεθειµένοι να αυξήσουν κατά 9% τις εκτάσεις µε σκληρό σίτο, κάτι που µεταφράζεται σε αύξηση της παραγωγής τουλάχιστον 10%. Με τη σειρά του αυτό, θα έκοβε τις εξαγωγές του Καναδά προς τα νότια σύνορά του κατά τουλάχιστον 250.000 τόνους.

Από την άλλη, µια επιστροφή σε επίπεδα κάτω από τα 30 λεπτά, σε µια ακριβή καλλιεργητική χρονιά, θα έφερνε µεγάλη δυσαρέσκεια αλλά και ανακατατάξεις στην εγχώρια αγορά, ίσως ακόµα και µια έντονη συρρίκνωση των εκτάσεων τα επόµενα χρόνια, κάτι το οποίο δεν θα λειτουργούσε υπέρ των συµφερόντων εµπορίου και βιοµηχανίας. Άλλωστε, τα παγκόσµια αποθέµατα, εξακολουθούν να είναι περιορισµένα, συγκριτικά µε πέντε χρόνια πριν.

Προέλευση άρθρου: https://www.agronews.gr

Recommended Posts