Άνετη διάθεση παραγωγής και καλές τιµές στο χωράφι προοιωνίζεται το διεθνές περιβάλλον για τη φετινή ελληνική παραγωγή του ρεβιθιού και κυρίως οι εκτιµήσεις περί κινδύνου ελλείψεων παγκοσµίως στο προϊόν, λόγω µειωµένης παραγωγής στα βασικά παραγωγικά του κέντρα.
Ήδη στην περιοχή της Θεσσαλίας και στο «τρίγωνο» που διαµορφώνουν τα χωριά των ∆ήµων Κιλελέρ, Φαρσάλων και Λάρισας οι παραγωγοί, που καλλιεργούν όσπρια και συνεργάζονται σταθερά µε την «3 Άλφα», έσπειραν µεγαλύτερες εκτάσεις από ό,τι συνήθως. «Τους παροτρύναµε να φυτέψουν περίπου 20% περισσότερα στρέµµατα από το 2021, αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο ελλείψεων που διαφαίνονται στη διεθνή αγορά. Με τον τρόπο αυτό θέλαµε να δώσουµε τη δυνατότητα στους παραγωγούς µας να έχουν καλύτερο εισόδηµα και να περιορίσουµε το ρίσκο να µην µπορούµε να εξυπηρετήσουµε τους πελάτες µας, εφόσον παρατηρηθεί δυσκλία στις εισαγωγές», εξηγεί η Κλαίρη Καραχάλιου, διευθύντρια προµηθειών στην «3 Άλφα».
Την αύξηση φέτος των στρεµµάτων που καταλαµβάνει το ρεβίθι στους κάµπους της Θεσσαλίας, επιβεβαιώνει κι ο Χρήστος Σούρλας, πρόεδρος της οµάδας των περίπου 40 παραγωγών της περιοχής που συνεργάζεται µε την «3 Άλφα», λέγοντας πως οι εκτάσεις για το 2023 ξεπερνούν τα 3.500 – 4.000 στρέµµατα. Για την τιµή του προϊόντος σηµείωσε πως υπάρχει µια ενδεικτική αναφορά στις συµβάσεις, η οποία ανάλογα µε τη χρονιά και το εµπορικό περιβάλλον κατά την περίοδο των αλωνιών, µπορεί να υποστεί προσαρµογή. «Πέρυσι η τιµή ήταν στο 1 ευρώ, αλλά επειδή βγήκαµε από µια δύσκολη χρονιά µε µειωµένη παραγωγή στο ρεβίθι έως και 70% και εκτίναξη του κόστους παραγωγής κοντά στα 200 ευρώ το στρέµµα µε τα ενοίκια, η εταιρεία έβαλε πλάτη και την ανέβασε στα 1,50 ευρώ το κιλό, για να µπορέσουµε να συνεχίσουµε την καλλιέργεια και φέτος», µας είπε χαρακτηριστικά.
Υγρασία και βροχές έφεραν µυκητολογικές ασθένειες
Πολύ δύσκολη, ωστόσο, εξελίσσεται η χρονιά για την καλλιέργεια και φέτος. Οι διαρκείς βροχοπτώσεις όλο τον Απρίλιο και το Μάιο, έχουν προκαλέσει έξαρση σε µυκητολογικές ασθένειες και οι παραγωγοί είναι υποχρεωµένοι να προχωρούν σε φυτοπροστατευτικές επεµβάσεις κάθε λίγο και λιγάκι, για να περιορίσουν τις ζηµίες από τις επιπτώσεις τους.
«Με όλες αυτές τις βροχές, ψεκάζουµε σχεδόν ανά πέντε ηµέρες διότι τα σκευάσµατα που έχουµε δεν είναι τόσο ισχυρά, προκειµένου να µην αφήνουν υπολειµµατικότητα στα προϊόν και όπως αντιλαµβάνεστε το κόστος αυξάνεται ολοένα και περισσότερο», περιγράφει ο κ. Σούρλας.
Παρόµοια είναι η εικόνα, κατά τον συνοµιλητή µας και στις φακές και το λαθούρι, που επίσης καλλιεργεί η οµάδα παραγωγών της «3 Άλφα». «Έχουµε περισσότερα από 6.000 – 7.000 στρέµµατα µε καλλιέργεια φακής και άλλα περίπου 1.000 στρέµµατα µε λαθούρι και βλέπουµε και εδώ τις ίδιες µυκητολογικές ασθένειες, λόγω της πολύς υγρασίας και των βροχών», επισηµαίνει και συµπληρώνει πως «δυστυχώς η κλιµατική αλλαγή δηµιουργεί πλέον όλο και πιο συχνά σοβαρά προβλήµατα και πρέπει να κινητοποιηθεί και το κράτος για να µειωθεί το κόστος παραγωγής, ώστε να µην υποχρεωθεί ο κόσµος να αποσυρθεί από τα όσπρια στα οποία ως χώρα είµαστε ελλειµµατικοί».
Οι αναφορές αυτές για την καλλιέργεια των οσπρίων έγιναν στο πλαίσιο επίσκεψης που οργάνωσε στις 11 και 12 Μαΐου η «3 Άλφα» στο ∆ίλοφο και το Καλό Νερό Λάρισας, όπου βρίσκεται µια από τις πέντε οµάδες παραγωγών που έχει οργανώσει η εταιρεία ανά την Ελλάδα.
Συνεργασία µε 300 παραγωγούς για 1.500 τόνους όσπρια κατ’ έτος
«Σε Καβάλα, Κουφάλια Θεσσαλονίκης, Πρέσπες, Καστοριά και Λάρισα συνεργαζόµαστε µε 250-300 παραγωγούς κάθε χρόνο, για την παραγωγή µέτριου, χοντρού και φασολιού γίγαντα κι ελέφαντα, φακής, ρεβιθιού, σιταριού και λαθουριού, απορροφώντας ετησίως περίπου 1.500 τόνους», εξηγεί η Αναστασία Μαρτσούκου, από το τµήµα προµηθειών και την οµάδα παραγωγών της «3 Άλφα».
Η ίδια αναφέρει πως όλοι οι συνεργαζόµενοι καλλιεργητές ακολουθούν το ιδιωτικό πρωτόκολλο της εταιρείας που αφορά ορθές γεωργικές πρακτικές, για την παραγωγή ασφαλών και ποιοτικών προϊόντων, µε σεβασµό στο περιβάλλον. «Έχουµε φτιάξει ένα άρτιο σύστηµα ιχνηλασιµότητας, έτσι ώστε να ξέρουµε το κάθε ελληνικό όσπριο από ποιον παραγωγό είναι. Έχουµε επενδύσει πάνω σ’ αυτό µε τη νέα συσκευασία στην οποία φαίνεται το όνοµα του παραγωγού, η περιοχή και το χωριό», σηµειώνει και τονίζει πως «το µέληµά µας είναι να αυξήσουµε τις ποσότητες που απορροφάµε και γι’ αυτό είµαστε ανοικτοί σε νέες συνεργασίες εφόσον πληρούνται οι όροι που θέτουµε».
Προέλευση άρθρου: https://www.agronews.gr