Η σαλμονέλα και το Campylobacter γίνονται ολοένα και πιο ανθεκτικά στην σιπροφλοξασίνη, ένα από τα αντιβιοτικά που επιλέγονται για τη θεραπεία λοιμώξεων που προκαλούνται από αυτά τα βακτηρίδια.

 Το συμπέρασμα αποτελεί μέρος της τελευταίας έκθεσης για την αντιμικροβιακή αντοχή στις ζωονόσους (όρος που αποδίδεται σε ασθένειες και λοιμώξεις που μπορεί να μεταδοθούν μεταξύ ζώων και ανθρώπων) που δημοσιεύθηκε χθες από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) και την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA), η οποία παρουσιάζει επίσης ορισμένες θετικές τάσεις στον ζωικό τομέα.

Τα τελευταία δεδομένα από ανθρώπους, ζώα και τρόφιμα δείχνουν ότι μεγάλο ποσοστό βακτηρίων Salmonella είναι ανθεκτικά σε πολλαπλά φάρμακα (ανθεκτικά σε τρία ή περισσότερα αντιμικροβιακά). Στους ανθρώπους, η αντίσταση στην σιπροφλοξασίνη είναι συνηθισμένη, ιδιαίτερα σε ορισμένους τύπους σαλμονέλας, και η αντοχή σε υψηλές συγκεντρώσεις της σιπροφλοξασίνης αυξήθηκε συνολικά από 1,7% (2016) σε 4,6% (2018). Για το Campylobacter, 16 από τις 19 χώρες αναφέρουν πολύ υψηλά ή εξαιρετικά υψηλά ποσοστά αντοχής στην ciprofloxacin.

Υψηλές αναλογίες αντίστασης στην σιπροφλοξασίνη αναφέρονται επίσης σε βακτήρια Salmonella και E. coli από πουλερικά. Η σιπροφλοξασίνη είναι μια φθοριοκινολόνη, μια κατηγορία αντιμικροβιακών που κατηγοριοποιείται ως κρίσιμη για χρήση στον άνθρωπο. Εάν οι φθοροκινολόνες χάσουν την αποτελεσματικότητά τους, οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία θα μπορούσαν να είναι σημαντικές. Ωστόσο, η συνδυασμένη αντίσταση – ταυτόχρονη αντίσταση σε δύο εξαιρετικά σημαντικά αντιμικροβιακά φάρμακα – σε φθοριοκινολόνες και σε κεφαλοσπορίνες τρίτης γενιάς στη σαλμονέλα και σε φθοροκινολόνες και μακρολίδες στο Campylobacter παραμένει χαμηλή.

Αντιμικροβιακή αντοχή στην Ευρώπη

Για το 2018, η έκθεση παραθέτει σποραδικά κρούσματα μόλυνσης από σαλμονέλα σε ανθρώπους με ανθεκτικότητα στις καρβαπενέμες, μια αντιμικροβιακή ουσία τελευταίας γραμμής.

Ο Mike Catchpole, επικεφαλής επιστήμονας του ECDC, δήλωσε: “Η εύρεση της ανθεκτικότητας σε καρβαπενέμη στα τρόφιμα που προέρχονται από τρόφιμα στην ΕΕ αποτελεί ανησυχία. Ο αποτελεσματικότερος τρόπος για την αποτροπή της εξάπλωσης των ανθεκτικών σε καρβαπενέμη στελεχών είναι η συνέχιση της εξέτασης και η άμεση ανταπόκριση σε θετικές ανιχνεύσεις.

Το ECDC συνεργάζεται με τα κράτη μέλη της ΕΕ και με την EFSA σε μια προσέγγιση της One Health για την ενίσχυση της έγκαιρης ανίχνευσης και παρακολούθησης, σε μια προσπάθεια να καταπολεμηθεί η συνεχιζόμενη απειλή των ζωονοσογόνων λοιμώξεων που είναι ανθεκτικές στις αντιμικροβιακές ουσίες.

Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης βασικούς δείκτες αποτελεσμάτων που βοηθούν τα κράτη μέλη της ΕΕ να αξιολογήσουν την πρόοδό τους όσον αφορά τη μείωση της χρήσης αντιμικροβιακών ουσιών και την καταπολέμηση της μικροβιακής αντοχής.

Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου στο agropost.gr

Recommended Posts