fish

Βελτίωση της παραγωγικότητας των υφιστάμενων μονάδων, με παράλληλη επέκταση της δραστηριότητας και της παραγωγικής καινοτομίας, καθώς και ίδρυση νέων μονάδων, απαιτεί –σύμφωνα με τους εκπροσώπους του κλάδου– η ανάπτυξη του κλάδου της υδατοκαλλιέργειας στην Ελλάδα. Η υδατοκαλλιέργεια, άλλωστε, αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της στρατηγικής για τη Γαλάζια Ανάπτυξη. Στη νέα Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΑλΠ), η υδατοκαλλιέργεια κατέχει εξέχουσα θέση και η προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης της ευρωπαϊκής υδατοκαλλιέργειας αποτελεί βασική προτεραιότητα.

Στην χώρα μας, στόχος του κλάδου είναι να καλύψει τη συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση και να διεκδικήσει μερίδια αγοράς από τρίτες μεσογειακές χώρες, οι οποίες παρουσιάζουν ρυθμούς αύξησης πολύ υψηλότερους. Για την επόμενη δεκαπενταετία, ως στόχος για τη χώρα μας, όπως αποτυπώνεται και σε σχετική μελέτη του ΕΛΓΟ-«Δήμητρα», τίθεται η μέση ετήσια αύξηση της παραγωγής κατά 7%, προκειμένου έως το 2020 να αγγίξει τους 170.000 τόνους.

Προβλήματα

Ειδικότερα, σύμφωνα με έρευνα της Δρ Κωνσταντίνας Μπιτχαβά, Δόκιμης Ερευνήτριας του Ινστιτούτου Κτηνατρικών Ερευνών του ΕΛΓΟ-«Δήμητρα» (σ.σ. με στοιχεία από Ινστιτούτο Κτηνατρικών Ερευνών Θεσσαλονίκης), παρά τη ραγδαία ανάπτυξή τους κατά τα πρόσφατα έτη, οι υδατοκαλλιέργειες αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα. Η παραγωγή τροφίμων αποτελεί μια αυξανόμενα ανταγωνιστική αγορά.

Η κατάσταση αυτή επηρεάζεται αρνητικά από τη διακύμανση της ζήτησης, πρόβλημα που αντιμετωπίζει και η γεωργία. Επιπλέον, η αγορά προϊόντων υδατοκαλλιεργειών έχει κορεστεί για ορισμένα είδη, με αποτέλεσμα οι τιμές να είναι χαμηλότερες και συνεπώς μικρότερα τα κέρδη για τους παραγωγούς. Επίσης, οι διαδικασίες αδειοδότησης των μονάδων υδατοκαλλιέργειας χαρακτηρίζονται από μεγάλη πολυπλοκότητα, ενώ παράλληλα έχει αυξηθεί κατακόρυφα τόσο το κόστος όσο και ο χρόνος ολοκλήρωσης των σχετικών διαδικασιών. Ο μέσος χρόνος ολοκλήρωσης των διαδικασιών χορήγησης άδειας κυμαίνεται στους 25 μήνες και ποικίλλει ανάλογα με την περιοχή και το είδος καλλιέργειας. Οι διαδικασίες αδειοδότησης συχνά αντιμετωπίζονται αρνητικά από τις κοινωνίες και θεωρούνται ανταγωνιστικές με την τουριστική ανάπτυξη. Είναι χαρακτηριστικό, ότι η ολική μισθωμένη θαλάσσια έκταση των μονάδων ιχθυοκαλλιέργειας ανέρχεται μόλις σε 8 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Όμως, σε αντίθεση με άλλες δραστηριότητες (π.χ. οικιστική ανάπτυξη), οι επιπτώσεις της υδατοκαλλιεργητικής δραστηριότητας στο θαλάσσιο περιβάλλον είναι ελεγχόμενες και η άριστη κατάσταση του περιβάλλοντος της μονάδας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη βιωσιμότητά της και την υγεία των εκτρεφόμενων ειδών. Χαρακτηριστικό είναι ότι η βιώσιμη υδατοκαλλιέργεια μπορεί να συνυπάρχει με τις ζώνες Natura 2000.

Λύσεις

Η χώρα μας –σύμφωνα με την μελέτη του ΕΛΓΟ-«Δήμητρα», οφείλει να βρει λύσεις για την ανάπτυξη των υδατοκαλλιεργειών και ήδη γίνονται πολλά σημαντικά βήματα στον τομέα αυτό. Βασικοί στόχοι είναι:

  • Η απλούστευση των διοικητικών διαδικασιών, με έμφαση στην απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης και τη μείωση του απαιτούμενου χρόνου και κόστους.
  • Η αύξηση των υδάτινων εκτάσεων για εκμετάλλευση, με την εφαρμογή του εθνικού χωροταξικού σχεδιασμού, με στόχο την ορθολογική και βιώσιμη ανάπτυξη του κλάδου, σε αρμονική συνύπαρξη με άλλες δραστηριότητες.
  • Το άνοιγμα των ελληνικών προϊόντων σε νέες αγορές. Ήδη υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον από χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία, οι ΗΠΑ και ο Καναδάς.
  • Η υποστήριξη, μέσω ενισχυμένων φορολογικών απαλλαγών, σε επιχειρήσεις που επενδύουν σε εξαγωγικές δραστηριότητες.
  • Η στροφή του κλάδου σε νέα είδη ψαριών, η οποία θα δώσει ώθηση στην αγορά, στην οποία παρατηρείται πτώση τιμών λόγω κορεσμού και μεγάλης ανταγωνιστικότητας με άλλα κράτη.
  • Η διάθεση προϊόντων με προστιθέμενη αξία, όπως φιλετοποιημένα, προμαγειρεμένα, καπνιστά και γενικότερα μεταποιημένα προϊόντα, σε αντίθεση με τη μέχρι σήμερα διάθεση, που περιορίζεται κυρίως στο νωπό προϊόν.
  • Η παραγωγή παραδοσιακών προϊόντων και η κατοχύρωση ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ).
  • Η εκπαίδευση του καταναλωτή σχετικά με τη διατροφική αξία και την υψηλή υγιεινή και ποιότητα των εκτρεφόμενων ειδών από την ελληνική υδατοκαλλιέργεια.

Η παρούσα κατάσταση των υδατοκαλλιεργειών στην Ελλάδα

Παρότι η εκτροφή υδάτινων οργανισμών είναι γνωστή στην Ελλάδα από τα χρόνια της αρχαιότητας, τα κυρίως εκτρεφόμενα ψάρια σήμερα, δηλαδή το λαβράκι και η τσιπούρα, εκτρέφονται μόλις από το 1980. Όπως αναφέρει η μελέτη της Δρ Μπιτχαβά, η αυξανόμενη ζήτηση στην αγορά για τα είδη αυτά, αλλά και οι ευνοϊκές συνθήκες που υπάρχουν στη χώρα, όσον αφορά στο κλίμα και στην εκτεταμένη ακτογραμμή, έκαναν την Ελλάδα χώρα επιλογής για την ανάπτυξη της βιομηχανίας αυτής.

Η εκτροφή ψαριών σε θαλάσσια και εσωτερικά ύδατα αποτελεί με διαφορά την κυριότερη δραστηριότητα στον τομέα των υδατοκαλλιεργειών στην Ελλάδα, αντιπροσωπεύοντας το 88% του όγκου και σχεδόν το 99% της αξίας παραγωγής της χώρας. Ακολουθεί η οστρακοκαλλιέργεια, με 12% ως προς τον όγκο και 1% ως προς τη συνολική αξία παραγωγής. Τέλος, μικρό ποσοστό της παραγωγής αφορά σε χέλια, καρκινοειδή και υδρόβια φυτά (0,04% του όγκου και το 0,1% της αξίας). Η κυριότερη μέθοδος εκτροφής των ιχθύων αυτών είναι σε πλωτούς δικτυοκλωβούς και σε πολύ μικρότερη κλίμακα σε χερσαίες εγκαταστάσεις εκτροφής. Η παραγωγή τσιπούρας και λαβρακιού στην Ελλάδα έφτασε, το 2014, σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών, τους 113.000 τόνους, γεγονός που την τοποθετεί στην πρώτη θέση μεταξύ των παραγωγών κρατών αυτών των ειδών, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο.

 

 

 

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο: www.ypaithros.gr

Recommended Posts