Η γεωργία στην Ελλάδα βασίζεται σε μικρές, οικογενειακές μονάδες, ενώ η έκταση της Συνεταιριστικής οργάνωσης παραμένει σε χαμηλά συγκριτικά επίπεδα.

Σε Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το μερίδιο αγοράς των ελληνικών γεωργικών συνεταιρισμών είναι μικρότερο από 20%. Ωστόσο, ένας σημαντικός αριθμός Οργανώσεων Παραγωγών ιδρύθηκε το 2019. Τα μικρά μεγέθη βαραίνουν την παραγωγικότητα ωστόσο προσφέρει και ευκαιρίες ανάπτυξης ποικιλίας και διαφοροποίησης προϊόντων και σε ορισμένες ορεινές περιοχές είναι η μόνη εφικτή δομή.

Η ελληνική γεωργία απασχολεί περίπου 500.000 αγρότες, οι οποίοι αντιστοιχούν στο 12% του συνολικού εργατικού δυναμικού, κερδίζοντας σχετικά χαμηλά εισοδήματα (κατά μέσο όρο το 73% του μέσου μισθού μακροπρόθεσμα). Το μεγαλύτερο μέρος της απασχόλησης καλύπτεται από τους ιδιοκτήτες των αγροκτημάτων και των μελών των οικογενειών τους.

Δεδομένου του μεγέθους του τομέα, σύμφωνα με την Έκθεση, οι επενδύσεις σε αποτελεσματικότερες μεθόδους παραγωγής, η προώθηση των οργανώσεων παραγωγών και των συνεταιρισμών και ο επαναπροσανατολισμός σε προϊόντα με υψηλότερη προστιθέμενη αξία θα μπορούσαν να μετατρέψουν τον τομέα σε σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης και εξαγωγών. Το εμπορικό ισοζύγιο για τα γεωργικά προϊόντα είναι αρνητικό (-657,4 εκατ. ευρώ το 2018), αλλά το έλλειμμα έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια.

Η Ελλάδα έχει θετικό εμπορικό ισοζύγιο με χώρες εκτός της ΕΕ, αλλά το ενδοκοινοτικό εμπόριο είναι αρνητικό. “Βασικός στρατηγικός στόχος για τον τομέα των γεωργικών προϊόντων διατροφής είναι να επικεντρωθεί στη σταδιακή μετατόπιση του μοντέλου παραγωγής σε ποιοτικά προϊόντα και προϊόντα με ταυτότητα, των οποίων οι τιμές είναι υψηλότερες και όπου τα ελληνικά προϊόντα μπορούν να ανταγωνιστούν ευνοϊκά”, σημειώνεται.

Διαβάστε την συνέχεια του άρθρου στο agropost.gr

Recommended Posts