Η Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Κρέατος – ΕΔΟΚ, κατόπιν συνεργασίας με το ΥπΑΑΤ, τη Διαχειριστική Αρχή, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και τη Διεύθυνση Κτηνιατρικής, κατάρτισε δέσμη προτάσεων για τη βιώσιμη ανάπτυξη του Τομέα του Κρέατος, στο πλαίσιο του σχεδιασμού για τη νέα προγραμματική περίοδο 2020-2027.

Ο τομέας του κρέατος παρουσιάζει γνωστές και χρόνιες παθογένειες που αποτρέπουν την εύρυθμη λειτουργία του. Την ίδια στιγμή, όμως, είναι ένας κλάδος με τεράστια δυναμική και προοπτική ανάπτυξης. Για αυτό η ενίσχυσή του είναι υποχρέωση όλων των εμπλεκόμενων στον τομέα, μέσα από τη διαπίστωση και αναγνώριση των προβλημάτων και την κατάλληλη και στοχευμένη στήριξη του, έτσι ώστε να δημιουργηθούν οι ευκαιρίες για την ανάπτυξή του.

Είναι σημαντική η κατάρτιση ενός στρατηγικού σχεδίου για τον τομέα του κρέατος, που πρέπει να φέρνει νέες πρακτικές σε όλους τους κλάδους που τον απαρτίζουν, με απώτερο σκοπό την ενίσχυση του ελληνικού κρέατος στην εγχώρια και τη διεθνή αγορά, με οφέλη τόσο για τους επαγγελματίες, τους καταναλωτές και την Εθνική οικονομία.

Όσον αφορά στον κλάδο της παραγωγής, πρέπει να υιοθετηθούν οι νέες σύγχρονες παραγωγικές πρακτικές, να εφαρμοστεί η γενετική βελτίωση, να υπάρξει συγχρονισμός των γεννήσεων, να γίνεται συστηματικά και οργανωμένα η πάχυνση, να λαμβάνονται υπόψη όλες οι μελέτες και η νομοθεσία για την ευζωία των ζώων και φυσικά οι περιβαλλοντικοί στόχοι.

Επίσης πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στους κτηνοτρόφους παραγωγούς βιολογικών ζωοτροφών για δική τους χρήση, με ανάλογα παραστατικά, και οι πεδινές εκτροφές να εκπληρώνουν την προϋπόθεση εκτατικής βόσκησης με την χρήση ανάλογης με τις ανάγκες, έκτασης οργανωμένου λειμώνα.

Όλα αυτά όμως αφού λύσουμε το πολύ μεγάλο πρόβλημα της απώλειας ζωικού κεφαλαίου της χώρας μας λόγω ζωονόσων που φτάνει το 25%. Όποια νέα, καινοτόμα μέτρα και κάθε είδους χρηματοδοτικό πρόγραμμα, εφαρμοστούν στην σημερινή κτηνοτροφία, με τις παραπάνω απώλειες λόγο ζωονόσων, δεν θα φέρουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα διότι οι εκτροφές έχουν χαμηλή βιωσιμότητα και άρα χαμηλή ανταγωνιστικότητα.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου https://www.agro24.gr

Recommended Posts