Η  γονιμότητα του εδάφους είναι το συνδυασμένο αποτέλεσμα των φυσικών, χημικών και μικροβιολογικών χαρακτηριστικών, που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Η επιστήμη έχει σχεδόν εξαντλήσει την ανάλυση και την αξιοποίηση των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων (περιεκτικότητα σε μακροστοιχεία και ιχνοστοιχεία, Ph, αγωγιμότητα κ.λπ.).

Η μικροβιολογική συνιστώσα, από την άλλη μεριά, είναι ακόμη ελάχιστα κατανοητή λόγω των αμέτρητων ποικιλιών οργανισμών που την αποτελούν. Και των πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων μεταξύ του περιβάλλοντος και των καλλιεργειών.

Η κατανόηση της μικροβιολογικής πτυχής του εδάφους σημαίνει την κατανόηση της υγείας, των επιπέδων καταπόνησης και, ενδεχομένως, του επιπέδου υποβάθμισής του. Μέχρι σήμερα, ο άνθρωπος επεμβαίνει στα φυσικά χαρακτηριστικά του εδάφους (δομή, σύσταση κ.λπ.) με τις διάφορες καλλιεργητικές εργασίες και τεχνικές. Σε ό,τι αφορά τα χημικά χαρακτηριστικά, τα ανόργανα λιπάσματα έχουν εξασφαλίσει καλή παραγωγή και έχουν καλύψει το έλλειμμα του εδάφους σε θρεπτικά στοιχεία. Ωστόσο, είναι σαφές ότι αυτό δεν είναι πλέον αρκετό.

Αυτό συμβαίνει, καθώς, σε πολλές περιπτώσεις, παρατηρείται ότι το φυτό δεν είναι σε θέση να προσλάβει τα θρεπτικά συστατικά. Τα οποία του χορηγούμε με τα συμβατικά λιπάσματα. Τι γίνεται, λοιπόν, με τα μικροβιολογικά χαρακτηριστικά του εδάφους;

Ο συμβατικός, εντατικός τρόπος παραγωγής εξαντλεί τα εδάφη και εμείς, επιπλέον, (καλλιεργητές και γεωπόνοι), στην προσπάθειά μας να καταπολεμήσουμε τα παθογόνα του εδάφους, προκαλούμε την εξάντληση του μικροβιακού του φορτίου. Στερώντας από το έδαφος ωφέλιμους μικροοργανισμούς, που στη φύση ζουν συμβιωτικά με τα φυτά. Αλληλεπιδρούν με τη ρίζα, τη βοηθούν να απορροφήσει θρεπτικά συστατικά και νερό και την προστατεύουν.

Πρακτικά, με τη «συνεργασία» αυτή, το φυτό αποκτά πιο εύρωστο και μεγάλο ριζικό σύστημα. Αναπτύσσει αντοχή και, τελικά, ξεπερνά διάφορες καταπονήσεις που μπορούν να προέρχονται από βιοτικούς ή αβιοτικούς παράγοντες.

 

Διαβάστε τη συνέχεια στο ypaithros.gr

Recommended Posts