Αντοχές παρουσιάζει στα ψηλά η τιµή στο πρόβειο γάλα, µε τις όποιες προσπάθειες για µείωση της τιµής παραγωγού από τη γαλακτοβιοµηχανία να περιορίζονται σε µικρές και µεµονωµένες κτηνοτροφικές εκµεταλλεύσεις.

 

Λίγο η ελλειµµατική εγχώρια παραγωγή και λίγο οι πολιτικές πιέσεις που ασκούνται από κυβερνητικά στελέχη αλλά και τον ίδιο τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης  (βλέπε επίσκεψη στα Τρίκαλα) για διατήρηση των τιµών παραγωγού, τουλάχιστον µέχρι τις εκλογές, φαίνεται να αναστέλλουν τον αρχικό σχεδιασµό της γαλακτοβιοµηχανίας.

 Άλλωστε, η ζήτηση που καταγράφεται για το προϊόν φέτα στις µεγάλες ευρωπαϊκές αγορές και η τιµή την οποία δείχνουν διατεθειµένες να πληρώσουν γι’ αυτό οι µεγάλες αλυσίδες λιανικής, αφήνουν περιθώρια στις τυροκοµικές επιχειρήσεις να  διατηρηθούν σε τροχιά κερδοφορίας, παρά την υψηλή τιµή της πρώτης ύλης. Αξιοσηµείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι, αντίθετα µε τις κασσάνδρες που ήθελαν τις τυροκοµικές επιχειρήσεις να γεµίζουν τα ψυγεία τους µε αποθέµατα, σήµερα, τα αδιάθετα υπόλοιπα έτοιµου προϊόντος είναι σχεδόν µηδενικά.

Την ίδια στιγµή, βέβαια, αποτελεί κοινή συνείδηση ότι η υγιής οικονοµικά λειτουργία των κτηνοτροφικών µονάδων, είτε αυτές ακολουθούν το παραδοσιακό µοντέλο της ελεύθερης βοσκής είτε είναι εντατικής µορφής (µεγαλύτερα κόστη ενέργειας και ζωοτροφών), επιβάλει τη σταθεροποίηση της τιµής παραγωγού για το πρόβειο γάλα (πάνω κάτω τα ίδια ισχύουν κατ’ αντιστοιχία και για το γίδινο) κοντά στα σηµερινά επίπεδα.

Όσοι παρακολουθούν από κοντά τις εξελίξεις στο πεδίο της αγροτικής παραγωγής το ξέρουν καλά ότι µε τον µέσο όρο τιµής της τελευταίας τριετίας οι κτηνοτροφικές µονάδες  στον κλάδο της αιγοπροβατοτροφίας οδηγούνται µε βεβαιότητα στη χρεοκοπία. Η διατήρηση της τιµής παραγωγού σε ένα επίπεδο σαν κι αυτό στο οποίο βρίσκεται σήµερα, αποτελεί τη µόνη οδό βιωσιµότητας.

Ένα αξιόλογο περιθώρια κέρδους στην τιµή µε την οποία διατίθεται το πρόβειο γάλα, θα επιτρέψει στους κατόχους των αντίστοιχων εκσυγχρονισµό να κινηθούν αποφασιστικά στον περαιτέρω εκσυγχνρονισµό των µονάδων, κάτι το οποίο κρίνεται άκρως απαραίτητο, προκειµένου να εκλογικευθούν τα κόστη και να εξασφαλίζεται οµαλή ροή ποιοτικής πρώτης ύλης προς τη µεταποιητική βιοµηχανία.

∆εν είναι επίσης τυχαίο το γεγονός ότι οι λίγες κτηνοτροφικές µονάδες που βρίσκονται σε ένα καλό επίπεδο υποδοµών και ανταγωνιστικότητας, είναι αυτές που «ακουµπάνε» σε αξιόλογα συνεταιριστικά σχήµατα και διαπραγµατεύονται συλλογικά τη διάθεση της παραγωγής στη γαλακτοβιοµηχανία.

Όπως τονίζει χαρακτηριστικά έµπειρος προβατοτρόφος µε συνεταιριστική δράση, το µυστικό της επιτυχίας βρίσκεται στις παγολεκάνες και στα βυτία µεταφοράς του γάλακτος. Αν όλοι οι κτηνοτρόφοι συγχρωτιστούν σε ευέλικτα συλλογικά σχήµατα αυτής της µορφής, τότε καµιά βιοµηχανία δεν θα µπορεί να πιέσει µε τον τρόπο που το έκανε παλιότερες εποχές, την τιµή παραγωγού. Αντίθετα, σ’ αυτή την περίπτωση, οι παραγωγοί θα µπορούν να εγγυηθούν για την ποιότητα της πρώτης ύλης και να υποχρεώσουν αντίστοιχα και τη βιοµηχανία να δείξει ανάλογο σεβασµό στο προϊόν που λέγεται φέτα.

Ακόµα βελάζουν τα αρνιά… στα ρουµάνικα 

Μόνο ελληνικά δεν ήταν τελικά τα αρνιά που έφαγαν το φετινό Πάσχα οι εγχώριοι καταναλωτές. Οι ελλιπείς έλεγχοι της αγοράς σε συνδυασµό µε το «καλάθι Γεωργιάδη» το µόνο που κατάφεραν ήταν να πληρώσουν ακριβά οι καταναλωτές τα εισαγόµενα αρνιά, τα οποία βέβαια διατέθηκαν από το σύνολο των δικτύων λιανικής µε φαρδιά πλατιά την πινακίδα «ντόπια».

Με άλλα λόγια, οι αλυσίδες λιανικής (όχι πάντως και τα συνοικιακά κρεοπωλεία) µετέτρεψαν σε κανόνα την «οροφή» Γεωργιάδη, εξασφαλίζοντας… µέσα από το καλάθι, πολιτική κάλυψη για διαθέτουν τα εισαγόµενα αρνιά µε σταθερή τιµή 9,99 ευρώ το κιλό. Κι αυτό για αµνοερίφια µε κόστος ακόµα και 3 ευρώ το κιλό. Πως γίνεται η µετονοµασία; Είναι απλό.

Τα ανύπαρκτα κοπάδια των δηλώσεων ΟΣ∆Ε από την Κρήτη αλλά και άλλες περιοχές της χώρας, έρχονται να καλύψουν µε παραστατικά αγοράς αµνοεριφίων τους κερδοσκοπούντες άνευ αναστολών εµπόρους εισαγωγείς εις βάρος όλων.

Προέλευση άρθρου: https://www.agronews.gr

Recommended Posts