κρέας

Αναξιοποίητος θησαυρός παραμένει για την χώρα μας το κρέας ελευθέρας βοσκής της Κόκκινης Φυλής Βοοειδών, που κάνει τώρα προσπάθειες να αναδειχθεί και να συστηθεί στο ευρύ καταναλωτικό κοινό.

Οι μονάδες σε επίπεδο Ελλάδας με τέτοια ζώα δεν είναι πολλές, το κρέας φεύγει από τους κτηνοτρόφους σε πολύ χαμηλές τιμές για την ποιότητά του και τον κόπο του παραγωγού, ενώ την ίδια ώρα η χώρα μας παραμένει σαφώς ελλειματική στην βοοτροφία. Το θετικό βέβαια είναι ότι τελευταία μέσω και του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (2014-2020) γίνονται προσπάθειες και μάλιστα σοβαρές ανά την Ελλάδα, όχι μόνο για την άναδειξη της εν λόγω φυλής, αλλά και την περαιτέρω επέκταση – αναπτυξής της.

«Τα ζώα Κόκκινης Φυλής είναι ελευθέρας βοσκής με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το κρέας τους. Μόνο στην Θεσσαλονίκη υπάρχουν γύρω στα 3.300 ζώα, αλλά στην Ελλάδα γενικά η εκτροφή τους δεν είναι διαδεδομένη, όπως δεν είναι διαδεδομένη και η φυλή γενικά. Κοινώς δεν την γνωρίζουν όσο θα έπρεπε οι καταναλωτές, που ειδικά στις μεγάλες πόλεις τρώνε κατά κύριο λόγο εισαγόμενο κρέας. Εμείς αυτό που κάνουμε ως Σύνδεσμος είναι να τρέχουμε το πρόγραμμα με την ΕΑΣ Θεσσαλονίκης, η οποία μας υποστηρίζει γενικά, ενώ προσπαθούμε όσο μπορούμε ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο να συμβάλλουμε για τη διάδοση της εν λόγω φυλής», δήλωσε από την πλευρά της η κα Καλλιόπη Φωτεινού από τον Σύνδεσμο Ελληνικής Κόκκινης Φυλής Θεσσαλονίκης που τρέχει υπό την σκέπη της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Θεσσαλονίκης από το 2017 σχετικό πρόγραμμα για την διάσωση της εν λόγω Φυλής, η οποία είναι άγνωστη στο ευρύ κοινό. Σημειωτέον ότι τα εν λόγω ζώα δεν είναι ενταγμένα στο πρόγραμμα των αυτόχθονων που παρέχει επιδοτήσεις και μάλιστα αρκετά καλές στους ενταγμένους παραγωγούς.

Η ντόπια κτηνοτροφία καλύπτει μόνο το 8% των αναγκών μας σε βόειο κρέας

Η Αγροτική Εταιρική Σύμπραξη Θεσσαλονίκης (ΕΑΣΘ ΑΕ ξεκίνησε το Σεπτέμβρη του 2017 τον Σύνδεσμο για την Ελληνική Κόκκινη Φυλή Βοοειδών. Το πρόγραμμα αφορά σε ένα σχέδιο διαφύλαξης της καθαρότητας της Ελληνικής Κόκκινης Φυλής Βοοειδών καθώς και την ανάδειξης της ποιοτικής υπεροχής του κρέατός της, ώστε ο παραγωγός να μπορεί να την πιστωθεί με όρους υψηλότερης προστιθέμενης αξίας στο επίπεδο της εμπορίας του προϊόντος αλλά και ο καταναλωτής να μπορεί να επιλέξει ποιοτικό Ελληνικό μοσχαρίσιο κρέας. Το εργαλείο που επιλέχθηκε να χρησιμοποιηθεί για να επιτευχθεί ο στόχος είναι η δράση 10.2.1 Γενετικοί πόροι στην Κτηνοτροφία, του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020. Η υλοποίηση του προγράμματος γίνεται σε συνεργασία με το Κέντρο Ζωικών Γενετκών Πόρων της Νέας Μεσήμβριας, καθώς είναι αναγκαία η εφαρμογή μεθόδων γενετικής βελτίωσης των κοπαδιών και η πιστοποίησή τους. Το πρόγραμμα άρχισε να υλοποιείται από το Σεπτέμβριο του 2017 με τη συμμετοχή 27 εκμεταλλεύσεων που εξέτρεφαν συνολικά γύρω στις 1.700 ζώα Ελληνικής Κόκκινης Φυλής, ενώ σήμερα συμμετέχουν 35 εκμεταλλεύσεις με 2.500 ζώα. Οι δράσεις του Συνδέσμου χωρίζονται σε τρία επίπεδα, την συλλογή – τήρηση στοιχείων γενεαλογίας των ζώων και καθιέρωση – διατήρηση γενεαλογικών βιβλίων και μητρώων, τον ατομικό έλεγχο της ποιοτικής και ποσοτικής απόδοσης αυτών και την ενημέρωση των κτηνοτρόφων για τη διάδοση και χρήση του κατάλληλου για την κάθε περιοχή ζωικού γενετικού υλικού. Τα αποτελέσματα του προγράμματος αυτού είναι αφενός βραχυπρόθεσμα, που αφορούν στην ανάδειξη της ποιότητας του κρέατος, ενώ αφετέρου σχετίζονται με τη βελτίωση των ζώων. Στόχοι, όπως αναφέρει η κα Φωτεινού είναι: «να διαδοθεί, να ενημερωθεί, να διαφημιστεί και να μάθει ο κάθε Έλληνας και η Ελληνίδα ότι υπάρχουν Ελληνικά ζώα κρεοπαραγωγικής κατεύθυνσης και ότι μπορεί και πρέπει να εμπιστεύεται και να καταναλώνει. Ειδικότερα να εμπιστεύεται την Ελληνική Κόκκινη Φυλή βοοειδών κρεοπαραγωγής, γιατί ελέγχεται και πιστοποιείται από Ελληνικούς δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς. Αυτά τα ζώα δεν εισάγονται, γεννιούνται εδώ. Να διατηρήσουμε την ποιότητα που και είναι συγκριτικό μας πλεονέκτημα αφού στην περιοχή της ορεινής Θεσσαλονίκης, εκτρέφονται ζώα ελεύθερα στη φύση για 8 μήνες το χρόνο, με το φυσικό περιβάλλον και την ελευθερία των ζώων να εγγυώνται την ποιότητα τους. Να αυξήσουμε την ποσότητα κρέατος με τη βοήθεια των επιστημόνων που έχει το Κέντρο Ζωικών Γενετικών Πόρων Νέας Μεσήμβριας και το επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό που έχει η ΕΑΣΘ ΑΕ».

«Τα ζώα που εκτρέφουμε έχουν αρχίσει και έχουν μεγάλη ζήτηση», μας λέει από την πλευρά του ο κ. Γιώργος Πρίζιος, ιδιοκτήτης της Φάρμας Όσσας, μιας ορεινής περιοχής στον Λαγκαδά. Σύμφωνα με τον κ. Πρίζιο που συμμετέχει στον Σύνδεσμο της ΕΑΣ Θεσσαλονίκης, ο κορονοϊός δεν επηρέασε σε τόσο μεγάλο βαθμό τη ζήτηση, ωστόσο, όπως λέει η πολιτεία πρέπει να ενισχύσει τον παραγωγικό αυτό τομέα, όπως κάνει με άλλους, καθώς τα έξοδα των μονάδων για τις ζωοτροφές είναι μεγάλα. «Οι τιμές διάθεσης του κρέατός μας είναι χαμηλές, κυμαινόμενες στα 4-4,10 ευρώ ανά κιλό, όμως το αρνητικό είναι ότι δεν ανεβαίνουν και είναι πολύ σταθερές σε αντίθεση με το αιγοπρόβειο κρέας. Αντιθέτως, πρέπει να ταΐζουμε το ζώο με 15 κιλά τροφή την ημέρα ώστε να γίνει μοσχάρι και να πουληθεί». Ο κ. Πρίζιος στέκεται ιδιαίτερα στο ζήτημα ενίσχυσης του κλάδου από την πολιτεία, με αύξηση του ποσού για την συνδεδεμένη για παράδειγμα, που φέτος μειώθηκε κατά ευρώ το κεφάλι. Η Φάρμα Όσσας συμμετέχει στον Σύνδεσμο Ελληνικής Κόκκινης Φυλής Θεσσαλονίκης, που υποστηρίζεται από την τοπική Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών. Όπως λοιπόν μας λέει η υποστήριξη από τον Σύνδεσμο είναι καλή και η φυλή γίνεται πιο γνωστή και περιζήτητη με τη δουλειά που γίνεται εκεί, αλλά πρέπει και το κράτος να μειώσει τη γραφειοκρατία που απαιτείται για τις σταβλικές εγκαταστάσεις και ο ΕΛΓΑ να μας αποζημιώνει όταν έχουμε απώλειες. Σύμφωνα, τέλος, με τον υπεύθυνο της Φάρμας Όσσας, ειδικά τα ζώα Κόκκινης Φυλής είναι πολύ ανθεκτικά, αρκεί να τρέφονται σωστά και να ζουν σε καλό περιβάλλον.

Χαμηλότερες οι τιμές παραγωγού στις Σέρρες

Δύσκολη περιέγραψε την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί φέτος κυρίως λόγω της έξαρσης της πανδημίας του κορονοϊού που έφερε μειωμένη ζήτηση από την εστίαση ο κ. Βασίλης Φακής, ιδιοκτήτης εκμετάλλευσης με μοσχάρια Κόκκινης Φυλής, από τις Σέρρες. Σύμφωνα με τον κ. Φακή, ο νομός Σερρών διαθέτει το συγκεκριμένο είδος σε πολύ χαμηλές τιμές, σε αντίθεση με περιοχές της Θεσσαλίας, ενώ οι παραγωγοί παίρνουν και πολύ λίγα δικαιώματα σε αντίθεση με άλλες περιοχές λόγω έλλειψης βοοσκότοπων. Έτσι, όπως μας λέει, οι τιμές παραγωγού δεν ξεπερνούν συνήθως τα 3,70-4,30 ευρώ ανά κιλό, όταν στην Θεσσαλία κυμαίνονται μεταξύ 4,90 – 5,50 ευρώ το κιλό. Η κατάσταση, όπως μας είπε, ο κ. Φακής, επιδεινώθηκε ιδιαίτερα μετά το Μάρτιο, καθώς λόγω της καραντίνας και της έλλειψης εργατών, αναγκάστηκε να κρατήσει μέσα (και όχι στο βουνό) τα ζώα, πληρώνοντας αδρά για να εξασφαλίσει την τροφή τους. Ενδεικτικά μας είπε ότι ένα μοσχάρι που είναι εντός μονάδας έχει κόστος 100 ευρώ την ημέρα για να καλυφθεί από θέμα τροφής. Σημειωτέον ότι ο κ. Φακής, που ζητά να ενισχυθεί ο κλάδος λόγω του κορονοϊού όπως άλλοι (αιγοπροβατοτροφία), διαθέτει τα ζώα του κυρίως στην Κρήτη, σε ποσοστό 90%. «Για τον 1,5 μήνα που αναγκάστηκα να κρατήσω τα ζώα μέσα λόγω έλλειψης εργατών, έχασα περί τα 15.000 ευρώ», προσθέτει ο έμπειρος κτηνοτρόφος, που ταΐζει τα μοσχάρια με βιολογική ζωοτροφή (καλαμπόκια, τριφύλλια, ενσίρωμα), ενώ ζητά να προχωρήσουν επιτέλους τα διαχειριστικά σχέδια βόσκησης, που όπως αναφέρει χαρακτηρστικά είχαν παγώσει από την προηγούμενη ηγεσία του ΥπΑΑΤ.

Διαβάστε τη συνέχεια του άρθρου στο https://www.agrotypos.gr

Recommended Posts